αφου τλείωσε η ανασκαφη καί δεν βρεθηκε τίποτα οι ειρωνες Λιμνιάτες εστειλαν στην εφημερίδα τό παρακάτω τηλεγραφημα
"αμελέτητα Κιαμήλμπεη ευρεθησαν ,αναζητούνται τοιαύτα Δράμαλη"
βεβαια δεν χρησιμοποιησαν την έξη αμελέτητα αλλά καποια αλλη
ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΙΑΜΗΛ ΜΠΕΗ-ΠΑΣΑ ΤΗΣ ΚΟΡΙΝΘΟΥ
Ο Κιαμήλ-μπεης Πασάς τής Κορίνθου ήταν ο πλουσιότερος Τούρκος του Μοριά και ένας από τους πλουσιότερους ανθρώπους της Ανατολής στις αρχές του 18ου αιώνα. Ο Κιαμήλ είχε πολλά σεράγια στην κατοχή του, απέραντα τσιφλίκια και αμύθητους θησαυρούς κρυμμένους στο κάστρο. Στις 24 Μαρτίου, μόλις έγινε γνωστό ότι οι Έλληνες ξεσηκώθηκαν, οι τούρκοι συλλάβανε μερικούς πρόκριτους, ανάμεσά τους το Σπήλιο και τον Αντρίκο Νοταρά και οχυρώθηκαν στον Ακροκόρινθο. Τους περισσότερους πρόκριτους τους σκότωσαν και μαζί τους και το Σπήλιο Νοταρά. Τη διοίκηση του κάστρου είχε η μητέρα του Κιαμήλ, Νουρή Μπεγίνα. Οι Κορίνθιοι άρχισαν να πολιορκούν το κάστρο. Στις 22. 4. 1821 έφτασε από τη Βόχα ο Κεχαγιά-μπεης με πέντε χιλιάδες άντρες και μήνυσε στους Έλληνες να λύσουν την πολιορκία. Στις 23. 4. 1821 ο Γιώργος Χελιώτης( Υπό τήν ηγεσία του συμμετείχαν στην Πολιαρκία τής Παλιάς Κορίνθου καί πολλοί Λιμνιάτες ), με εντολή του Παπαφλέσσα, έλυσε την πολιορκία, αφού έβαλε φωτιά στο σεράι του Κιαμήλ-μπεη καθώς και σε άλλα τούρκικα αρχοντικά, που βρίσκονταν εκτός κάστρου. Ο Κεχαγιά-μπεης έκαψε εκκλησίες και ελληνικά σπίτια. Η Νουρή Μπεγίνα διέταξε να γκρεμίσουν από τον Ακροκόρινθο τον Αντρίκο Νοταρά, για αντίποινα. Σε ένα μήνα, το Μάιο του 1821, ξεκίνησε η δεύτερη πολιορκία του Ακροκόρινθου. Επικεφαλείς των πολιορκητών ήταν ο Αναγνώστης Πετμεζάς από τα Καλάβρυτα και ο Κωστής Μεθενίτης από την Ύδρα. Ο Κιαμήλ-μπεης όλο εκείνο το διάστημα έμενε στην Τρίπολη για μεγαλύτερη ασφάλεια. Μετά την πτώση της Τρίπολης, πιάστηκε αιχμάλωτος (23-9-1821) και μεταφέρθηκε στο ελληνικό στρατόπεδο στα Εξαμίλια, γιατί η πολιορκία του Ακροκόρινθου συνεχιζόταν. Ο Κιαμήλ, αν και δεχόταν πιέσεις από τους Έλληνες οπλαρχηγούς, αρνιόταν να παραδώσει τον Ακροκόρινθο. Τότε ο Κολοκοτρώνης έπεισε τους 600, από τους 800 Τούρκους που υπήρχαν μέσα στο κάστρο, να το εγκαταλείψουν με την εγγύηση ότι θα μπορούσαν να φύγουν στην πατρίδα τους με τον οπλισμό τους, αφού πρώτα θα περνούσαν με Ελληνικά καράβια απέναντι στην ακτή της Ρούμελης. Ο Πανουργιάς όμως, χωρίς την έγκριση του Κολοκοτρώνη, διέταξε να βουλιάξουν τα καΐκια. Ο Κιαμήλ αναγκάστηκε τότε να υπογράψει την παράδοση του κάστρου στις 14.1.1822. Ο Ασλάν-μπεης παρέδωσε τα κλειδιά του Ακροκόρινθου στον Κολοκοτρώνη που έφτασε εκεί με 300 άντρες. Μετά ο Κιαμήλ μεταφέρθηκε σε φυλακή που υπήρχε στον Ακροκόρινθο. Στις 25.1.1822 η Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου, όρισε την Κόρινθο Έδρα της Προσωρινής Διοίκησης της Ελλάδας. Τα γραφεία της Διοίκησης και η Εθνική Βουλή εγκαταστάθηκαν στο Μέγαρο του πρόκριτου Θεοχάρη Ρέντη. Εκεί έγιναν και οι εγκαταστάσεις του Πρώτου Νομισματοκοπείου, που έκοψε τα πρώτα μετάλλια του αγώνα, καθώς και οι εγκαταστάσεις του Πρώτου Εθνικού Τυπογραφείου που τύπωσε το Πρώτο Σύνταγμα, τους Νόμους και τη Διακήρυξη της Εθνικής Ανεξαρτησίας της Ελλάδας που κοινοποιήθηκε στους Πρόξενους των Φιλικών Δυνάμεων. Στην Κόρινθο καθιερώθηκε η Εθνική Σημαία, η οργάνωση των Πρώτων Δικαστηρίων, η οργάνωση Τακτικού Στρατού (Νόμος αρ. 8/1.4.1822) και η συγκρότηση του Τάγματος των Φιλελλήνων (Νόμος αρ. 11/23.4.1822). Η Κόρινθος παρέμεινε Έδρα της Προσωρινής Διοίκησης της Ελλάδας μέχρι το Μάιο του 1822, που εμφανίστηκε ο Δράμαλης με τη στρατιά του. Δυστυχώς η φύλαξη του κάστρου, ανατέθηκε στον άπειρο και ανάξιο Ιάκωβο Θεοδωρίδη ή «Αχιλλέα». Ο Θεοδωρίδης όταν είδε τα τούρκικα στρατεύματα στις 6.7.1822 πανικοβλήθηκε. Έδωσε εντολή να σκοτώσουν τον Κιαμήλ (που θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως όμηρος), τράβηξε το φυτίλι που θα ανατίναζε την μπαρουταποθήκη και έφυγε με 150 άνδρες για την Επίδαυρο από την Τενεατική πύλη. Το κάστρο εγκατέλειψε επίσης και ο κοτσάμπασης Σωτ. Νοταράς όταν είδε τον τουρκικό στρατό. Έτσι ο Ακροκόρινθος, η μπαρουταποθήκη και ο θησαυρός του Κιαμήλ, έμειναν δώρο στους Τούρκους. «Αχιλλέας. Εβάλατε και νέον αρχηγόν εις το φρούριον της Κόρθος, Αχιλλέα τον έλεγον, λογιώτατον κι ακούγοντας το όνομα Αχιλλέα, πετυχαίνετε ότι είναι εκείνος ο περίφημος Αχιλλέας. Και πολέμαγε το όνομα τους Τούρκους. Δεν πολεμάγει το όνομα ποτέ, πολεμάγει η αντρεία, ο πατριωτισμός, η αρετή!» Ι.Μακρυγιάννης. Στις 8.7.1822 ο Δράμαλης ανέβηκε χωρίς αντίσταση στο κάστρο. Ο Δράμαλης παντρεύτηκε τη χήρα του Κιαμήλ και πήρε προίκα τον αμύθητο θησαυρό του, 40.000 πουγκιά με χρυσά και ασημένια νομίσματα. Στις 12.7.1822 ο Δράμαλης έφυγε για την Τρίπολη. Στις 26-28.7.1822 η στρατιά του καταστράφηκε στα Δερβενάκια. και στό Αγιονόρι οπου οι δικοί μας ,οι Λιμνιάτες συμμετείχαν μέ 70 (κατ αλλους 120) πολεμιστές υπό τήν ηγεσία τού Αθανασίου Ηλιάδη( Ηλία)
Η Λαική Μούσα Τραγούδησε τα Παθήματα τούτ Δράμαλη
Της Ρούμελης οι μπέηδες, του Δράμαλη οι αγάδες, στο Δερβενάκι κείτονται στο χώμα ξαπλωμένοι. Στρώμα ΄χουνε τη μαύρη γη, προσκέφαλο μια πέτρα. Και γι΄ αποπάνω σκέπασμα του φεγγαριού τη λάμψη. Κ΄ ένα πουλάκι επέρασε και το συχνορωτάνε: «-Πουλί, πως πάει ο πόλεμος, το κλέφτικο ντουφέκι; -Μπροστά πάει ο Νικηταράς, πίσω ο Κολοκοτρώνης. Και παραπίσω οι Έλληνες με τα σπαθιά στα χέρια».